ΣΚΕΨΕΙΣ ΕΝΟΣ...

Κορωνοϊός και «ασυμπτωματική εκπαίδευση»

Η πρόσφατη πανδημία, της οποίας τις επιπτώσεις εξακολουθούμε να βιώνουμε σε ιδιαιτέρως υψηλό βαθμό, μας αποκάλυψε μια τραγική αλήθεια, πέραν όλων των άλλων, ότι ο «βασιλιάς είναι γυμνός»! Και ποιος είναι ο βασιλιάς του δικού μας παραμυθιού; Μα φυσικά ο ένας από τους θεσμικούς πυλώνες της κοινωνίας: η παιδεία. Και γιατί είναι γυμνή; Απλούστατα διότι αποκάλυψε τις παθογένειές της και εξέθεσε τις διαχειριστικές, εκπαιδευτικές και διοικητικές της αδυναμίες, οι οποίες για χρόνια την ταλάνιζαν και τις οποίες κανείς ή σχεδόν κανείς από τις εκάστοτε πολιτικές ηγεσίες αυτής της Ψωροκώσταινας δεν είχε την απόλυτη πολιτική βούληση και το θάρρος να τις θεραπεύσει, αλλά και κανείς από όλους εμάς δεν είχε την ευθυκρισία –ή την είχε σε μειωμένο βαθμό– να απαιτήσει την αλλαγή του ισχύοντος καθεστώτος.

Όταν μια πραγματικότητα, λοιπόν, όπως αυτή της επέλασης μιας πανδημίας, ενσκήπτει απειλητικά και διαταράσσει την κανονικότητα ενός συνόλου, βάζει τους πολίτες σε μια διαρκή εγρήγορση που αφορά, πρωτίστως, την υγεία και δευτερευόντως την παιδεία, γιατί οικονομία χωρίς παιδεία δεν υφίσταται ως συλλογισμός στο μυαλό και του πιο απλού ανθρώπου. Αυτή την παιδεία, όμως, για την οποία μελέτες επί μελετών έχουν γίνει και νομοσχέδια επί νομοσχεδίων έχουν κατατεθεί, κανείς δεν τη «φρόντισε» ώστε να μην είναι «ασυμπτωματική» στον ιό της αδιαφορίας, στον ιό της κερδοσκοπικής αντιμετώπισής της, στον ιό της παραίτησης από το να την καταστήσουμε τον βασικό αναμορφωτή όχι μόνο της σύγχρονης κοινωνίας αλλά και της μελλοντικής.

Από την πρώτη στιγμή που τα αντανακλαστικά της ελληνικής κοινωνίας λειτούργησαν και διέγειραν το ενδιαφέρον και την αγωνία των Ελλήνων για την αντιμετώπιση της υγειονομικής βόμβας που ερχόταν, ερωτηματικά άρχισαν να διαφαίνονται για τον τρόπο που θα κληθεί η εκπαίδευση να συνεχίσει, με το ίδιο αμείωτο ενδιαφέρον, την προσφορά και παροχή γνώσεων στα νεαρά μέλη της κοινωνίας αυτής. Και ενώ οι αξιόλογες προσπάθειες διδασκόντων και διδασκομένων κατέγραφαν νίκες σε καθημερινό επίπεδο, αυτές οι προσπάθειες ενδύονταν τον μανδύα του προσωπικού μόχθου, της προσωπικής αγωνιστικής διάθεσης, της ατομικής πρωτοβουλίας «να σηκωθούμε λίγο ψηλότερα», όπως αναφέρει και ο ποιητής, και δεν απέπνεαν την αίσθηση μιας συλλογικής πολιτειακής βούλησης και μέριμνας να συνεχίσει το αγαθό της παιδείας να προσφέρεται χωρίς αιτιάσεις και φτηνούς πολιτικάντικους υπολογισμούς.

Κι εδώ κάπου παρουσιάζεται ο βασιλιάς του δικού μας παραμυθιού. Και να η γύμνια του: σχολεία απομακρυσμένα χωρίς διδάσκοντες, αίθουσες ανήλιαγες, χωρίς παράθυρο στην ελευθερία της γνώσης, χωρίς φως στο τούνελ της αμάθειας. Σχολεία χωρίς τεχνολογίες σε πρώτη προτεραιότητα, χωρίς διαδίκτυο για να μπορέσει να επιτευχθεί αυτή η περιλάλητη τηλεκπαίδευση, χωριά και πολιτείες απομακρυσμένες, «πίσω από τον ήλιο», σε μιαν Ελλάδα που λούζεται από το φως, όχι μόνο το φυσικό αλλά και το πολιτισμικό! Σε μιαν Ελλάδα που ανέδειξε την παιδεία ως τον μόνο δρόμο της αυτοβελτίωσης του όντος και την κατάκτηση της κορυφής του Λόγου και της επιστήμης!

Σε αυτή την Ελλάδα τα παιδιά της, λοιπόν, αφήνουν τη μόρφωσή τους στα χέρια των επιτήδειων από τον χώρο της πολιτικής, εκχωρούν το δικαίωμα στη γνώση στα χέρια όλων όσοι καταστρατηγούν τις αξίες και τα ιδανικά του παιδευτικού ιδεώδους και τα εξαργυρώνουν είτε υλικά είτε με καταλήψεις θέσεων στα δημόσια αξιώματα, λυμαινόμενοι τις θέσεις αυτές προς εξυπηρέτηση ιδιοτελών συμφερόντων. Είναι όλοι αυτοί που, αργότερα, κουνούν το δάχτυλο με περισσή σωφροσύνη και ηθική ευαισθησία σε όποιον τολμήσει να αμφισβητήσει τις καλές προθέσεις τους για την αναμόρφωση του χαλεπαίνοντος εκπαιδευτικού συστήματος.

Ασυμπτωματική, άρα, η εκπαίδευσή μας, όχι μόνο γιατί έχει δομικές ατέλειες, τις οποίες ο COVID-19 ανέδειξε και για τις οποίες θα μπορούσαμε να μιλάμε και να γράφουμε επί ώρες, αλλά και γιατί ποτέ δεν την αντιμετωπίσαμε ως έναν ιδιαιτέρως ενδιαφέροντα ασθενή. Αδιαφορήσαμε να τη βγάλουμε από την εντατική, προωθώντας, στην ουσία τους και όχι με ευχολόγια, ριζοσπαστικές και καινοτόμες αλλαγές, όταν έπρεπε. Παραμείναμε σιωπηλοί, γιατί μας βόλευε τόσο ως οικονομία όσο και ως πολιτεία να κινούμαστε, για ακόμη μία χρονιά –άλλωστε μας ταιριάζει πολύ των Ελλήνων η φράση «ουδέν μονιμότερον του προσωρινού»– με βάση την πεπατημένη του παρελθόντος. Παραμείναμε πιστοί σε αυτή την κλασική συνταγή του «ό,τι μπορώ κάνω», χωρίς να την αντικαταστήσουμε με το ερώτημα «κάνω ό,τι μπορώ;» ή «μήπως να κάνω το παραπάνω;».

«Κάθε εμπόδιο για καλό», λέει ο λαός μας και άδικο δεν έχει. Στην δομική αναδιάρθρωση της παιδείας μας είμαστε όλοι συνυπεύθυνοι. Άλλωστε, για να επιτύχει μια εγχείρηση και να εξέλθει ο ασθενής από την εντατική, χρειάζεται η συμβολή γιατρών διαφορετικών ειδικοτήτων και η αγαστή τους συνεργασία. Ο καθένας, λοιπόν, στην κλινική και στην εφημερία του…

Related Posts